Τι είναι η Συναισθηματική ή Αδηφαγική Διαταραχή;
Η Αδηφαγική Διαταραχή – γνωστή και ως Συναισθηματική Υπερφαγία – δεν αποτελούσε μέχρι το 2015 ξεχωριστή διαγνωστική κατηγορία αλλά εντάχθηκε ως Κλινικό Σύνδρομο στις Διατροφικές Διαταραχές πρόσφατα (DSM-V, 2015). Η διαταραχή χαρακτηρίζεται από ασυνήθιστα μεγάλη και ανεξέλεγκτη κατανάλωση φαγητού, λόγω συναισθηματικής και όχι βιολογικής πείνας.
Το άτομο δεν μπορεί να σταματήσει ή να ελέγξει την ποσότητα λόγω αδυναμίας κορεσμού. Η συμπεριφορά αυτή οδηγεί σε ενοχές που διαιωνίζουν τον Φαύλο Κύκλο με αποτέλεσμα την αύξηση του βάρους. Η προτίμηση επικεντρώνεται στην κατανάλωση τροφών πλούσιων σε υδατάνθρακες και λιπαρά που μασιούνται εύκολα. Κατόπιν ακολουθούν περίοδοι δίαιτας ή νηστείας.
Συχνά συναντάται σε άτομα που κάνουν αυστηρές ή δίαιτες εξπρές, έχουν ιστορικό αποτυχημένων προσπαθειών απώλειας βάρους αλλά και άτομα με χρόνιες αγχώδεις ή συναισθηματικές διαταραχές. Δεν παρατηρούνται αντισταθμιστικές μέθοδοι, υπάρχει όμως ασυνέπεια στην διατροφή και εναλλαγή μεταξύ υπερφαγίας και στέρησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα παθολογικές καταστάσεις όπως μεταβολικές και ορμονικές διαταραχές, αρτηριακή πίεση, σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2, χοληστερόλη, καρδιαγγειακά, αναπνευστικά, γαστρεντερικά προβλήματα, μυϊκούς πόνους και ημικρανίες.
Η έναρξη της συναισθηματικής υπερφαγίας εμφανίζεται στην εφηβεία ή την πρώιμη ενήλικη ζωή.
Αίτια
Τα αίτια δεν είναι απολύτως γνωστά. Ευθύνεται συχνότερα ένας συνδυασμός βιολογικών και ψυχοκοινωνικών παραγόντων. Ερευνητικά δεδομένα εμπλέκουν την αλλαγή στη χημική ισορροπία του εγκεφάλου και ιδιαίτερα του υποθαλάμου που σχετίζεται με τον κορεσμό. Επιπρόσθετα, παρατηρείται μειωμένη πρόσληψη σεροτονίνης με άμεση συνέπεια την αρνητική διάθεση και ενίσχυση των ψυχαναγκαστικών συμπεριφορών όπως π.χ. τα υπερφαγικά επεισόδια.
Η οικογένεια ίσως παίζει τον σημαντικότερο ρόλο καθώς το άτομο μαθαίνει να διαχειρίζεται το φαγητό ως μέσο διευκόλυνσης συναισθημάτων από την παιδική ηλικία. Άλλοι παράγοντες περιλαμβάνουν την συναισθηματική παραμέληση στην παιδική ηλικία και την κριτική από τους γονείς που συμβάλλουν στην ανάγκη αναζήτησης υποκατάστατων. Κάποιοι γονείς για παράδειγμα, αγοράζουν γλυκά στα παιδιά ως ένδειξη αγάπης (αντί για ουσιαστική προσοχή από τους ίδιους) ή τους δίνουν φαγητό αντί για υποστήριξη όταν στεναχωριούνται. Με αυτόν τον τρόπο το παιδί συνδέει την διευκόλυνση των συναισθημάτων (θλίψης, μοναξιάς, θυμού κ.α.) με το φαγητό και μετά την ενηλικίωσή του.
Ιδιαίτερα ευάλωτα για υπερφαγία είναι επίσης τα παιδιά που έχουν κακοποιηθεί σωματικά ή/και σεξουαλικά.Η απαξίωση του σώματος οδηγεί υποσυνείδητα το άτομο στην πρόσληψη βάρους ώστε να νιώθει ασφαλές από τις πιθανές σεξουαλικές επιθυμίες άλλων.
Τέλος, ένα άτομο με Άγχος Εγκατάλειψης ή που έχει βιώσει χαοτικές οικογενειακές καταστάσεις και απώλειες, αναπαριστά το φαγητό ως μία σταθερή πηγή ανακούφισης. Συμπερασματικά, υπάρχει έλεγχος πάνω στην τροφή σε αντίθεση με τη συμπεριφορά των άλλων.
Βεβαίως, τα επώδυνα συναισθήματα δεν προέρχονται πάντα από την παιδική ηλικία, αλλά από κάποιο πρόσφατο στρεσσογόνο γεγονός (αιφνίδια αλλαγή στην ποιότητα διαβίωσης, διαζύγιο κ.α.). Όμως όταν τα αρνητικά συναισθήματα είναι πολύ έντονα και επαναλαμβανόμενα, τότε συνήθως η προέλευση τους βρίσκεται στην παιδική ηλικία και οι δυσκολίες τα ενεργοποιούν εκ νέου.